τρανσμεθυλίωση

τρανσμεθυλίωση
η, Ν
(βιοχ.) αντίδραση κατά την οποία συντελείται η μεταφορά τής ομάδας τού μεθυλίου από ένα μόριο σε άλλο και η οποία παίζει σημαντικό ρόλο στους μηχανισμούς αποτοξίνωσης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. transmethylation < trans- (< λατ. trans «πέρα, πάνω από κάτι») + methylation «μεθυλίωση»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”